ἀκαθήκων
From LSJ
Εὔτολμος εἶναι κρῖνε, τολμηρὸς δὲ μή → Audentiam tibi sume, non audaciam → Entschlossen zeige Mut, doch nicht Verwegenheit
Greek (Liddell-Scott)
ἀκαθήκων: -οντος, «ἀκαθήκουσαι διαθῆκαι» = ἀσεβεῖς διαθῆκαι, Νεαρ. Ἰουστ. 38, 3.
Εὔτολμος εἶναι κρῖνε, τολμηρὸς δὲ μή → Audentiam tibi sume, non audaciam → Entschlossen zeige Mut, doch nicht Verwegenheit
ἀκαθήκων: -οντος, «ἀκαθήκουσαι διαθῆκαι» = ἀσεβεῖς διαθῆκαι, Νεαρ. Ἰουστ. 38, 3.