Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind
ἔσοδος: ἐσοικείω, κτλ., ἴδε εἴσοπτρον, εἰσοικέω.