τό,
A weight of two obols, Aët.7.117.
[Seite 504] τό, ein Skrupel, 1/24 der Unze, Sp.
γραμμάριον: τό, βάρος ἰσοδύναμον πρὸς τρεῖς ὀβολούς· ἴδε Δουκάγγ. ἐν παραρτ.