ον,
A boy-like, AP14.111.
[Seite 806] im Kindesalter, Anth. Pal. XIV, 111.
ἔμβρεφος: -ον, ὅμοιος πρὸς βρέφος, περὶ τοῦ Ἔρωτος, Ἀνθολ. Π. 14. 111.