ἀφανισμός
English (LSJ)
ὁ,
A extermination, destruction, Plb.5.11.5; πόλεων D.S.15.48; σώματος καὶ ψυχῆς Plu.2.107d; ἀφανισμῷ ἀφανίζειν LXX De.7.2. II = foreg.11, Arist. HA580b21, Luc.Alex.19; ἄστρων Thphr.Sign.2 (pl.), cf. Cleom.2.5; occultation, Theo Sm.p.137 H.; Περὶ ἀ. ἡλιακῶν, title of work by Eudoxus, on occultations of stars by the sun, Phld.D.1.21; τῆς σελήνης Plu.2.670c; ἐγγὺς ἀφανισμοῦ Ep.Hebr.8.13.
German (Pape)
[Seite 407] ὁ, dasselbe, Pol. 5, 11; σελήνης Plut. Symp. 4, 5, 2; Luc. Alex. 44.
Greek (Liddell-Scott)
ἀφανισμός: ὁ, = τῷ προηγ. Ι. Πολύβ. 5. 11, 5. ΙΙ. = τῷ προηγ. ΙΙ, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 37, 3· ἄστρων Θεοφ. Ἀποσπ. 6. 1, 2· τῆς σελήνης Πλούτ. 2. 670Β.