φιλευσπλάγχνως
From LSJ
Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch
Greek (Liddell-Scott)
φιλευσπλάγχνως: Ἐπίρρ. μετὰ πολλῆς εὐσπλαγχνίας, Τυπικ. Σάβα σ. 97C, κλπ.