Φίντις

From LSJ
Revision as of 13:03, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")

μαλθακωτέρα πέπονος σικύου → softer than a ripe melon

Source

Greek (Liddell-Scott)

Φίντις: ὁ, παρὰ Πινδ. ὡς κύριον ὄνομα, Σικελικ. ἀντὶ Φίλτις, ὡς τὰ Φιντίας, Φιντύλος, κτλ., Böckh. Expl. 156· κατ’ ἄλλους Δωρ. ἀντὶ φίλος.