ή, όν,
A neighbouring, J. AJ2.14.6.
[Seite 478] nachbarlich, Ios.
γειτνιᾰκός: -ή, -όν, γειτονικός, Ἰώσηπ. Α. Ι. 2. 14, 6.
-ή, -όνvecino κατὰ γειτνιακὴν πρὸς αὐτοὺς συνήθειαν I.AI 2.314.