ἀντιλόγημα
Spanish (DGE)
-ματος, τό
contradicción, objeción ἐναντίαις γνώμαις καὶ ἀντιλογήμασιν Tz.Comm.Ar.2.623.12, cf. Dial.Tim.et Aquil.99re.
-ματος, τό
contradicción, objeción ἐναντίαις γνώμαις καὶ ἀντιλογήμασιν Tz.Comm.Ar.2.623.12, cf. Dial.Tim.et Aquil.99re.