Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς (ἐκτὸς οὐδεὶς) εὐτυχεῖ βροτῶν → Nullus beatus absque numine est dei → Glückselig Gott allein und sonst kein Sterblicher
ηη αιμόσταση.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελληνικά του γαλλ. stagnation de sang].