Εἰλιόνεια

English (LSJ)

ἡ, = Εἰλείθυια, Plu.2.277b.

Spanish (DGE)

v. Εἰλείθυια.

Russian (Dvoretsky)

Εἰλιόνεια: ἡ Plut. = Εἰλείθυια.