αερομιχλώδης

Greek Monolingual

-ες (Α ἀερομιχλώδης, -ες)
λέγεται για τον άνεμο που συνοδεύεται από ομίχλη. Στον Πτολεμαίο βρίσκουμε «αερομιχλώδης νότος», νοτιάς που συνοδεύεται με ομίχλη.