κιναιδίζομαι

German (Pape)

[Seite 1439] wie ein κίναιδος leben.

Greek (Liddell-Scott)

κιναιδίζομαι: ἄγω βίον κιναίδου, φέρομαι ὡς κίναιδος, ἐκ τοῦ Θησ. Στεφ.