μυλωθρίς

English (LSJ)

-ίδος, fem. of μυλωθρός, maid of the mill, title of play by Eubulus, Ath.11.494e.

German (Pape)

[Seite 217] ίδος, ἡ, die Müllerinn, Titel einer Comödie des Eubulus, bei Ath. XI, 494 e.

Greek (Liddell-Scott)

μῠλωθρίς: -ίδος, θηλ. τοῦ μυλωθρός, «μυλωνοῦ», ὄνομα κωμῳδίας τοῦ Εὐβούλου, Ἀθήν. 494E.

Greek Monolingual

μυλωθρίς, -ίδος, ἡ (Α)
βλ. μυλωθρός.