ξεστίον

English (LSJ)

τό,
A = ξέστης I, Ostr.Bodl.iii 357, Orib.Fr.28, Aët.6.28: written ξεστίν Arch.Anz.38/39.154 (Antioch).
II = ξέστης II, Aët.1.138.

German (Pape)

[Seite 278] τό, dim. zum Vorigen, E. G. 415, 12.

Greek Monolingual

ξεστίον και ξεστίν, τὸ (Α) ξέστης
υποκορ. του ξέστης.