Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
σκλαβοπάζαρο
Greek Monolingual
το, Ν 1.παζάρι όπου πωλούσαν σκλάβους 2.μτφ.ξένηχώρα στην οποία μεταναστεύουν άνεργοι άλλης χώρας και στην οποία εργάζονται υπό σκληρές συνθήκες και με δυσμενείς γι' αυτούς όρους.