ἐναργότης

English (LSJ)

-ητος, ἡ, = ἐνάργεια, Poll.4.97.

Spanish (DGE)

-ητος, ἡ claridad, viveza Poll.4.97.

German (Pape)

[Seite 829] ητος, ἡ, = ἐνάργεια, Poll. 4, 97.

Greek (Liddell-Scott)

ἐναργότης: -ητος, ἡ, = ἐνάργεια, Πολυδ. Δ΄, 97.