ἐνδιαφαίνομαι

Spanish (DGE)

aparecer, mostrarse en οἷόν τις καπνὸς δριμὺς ἡ τοῦ φθόνου πικρία τοῖς περὶ τὸ σχῆμα συμπτώμασιν ἐνδιαφαίνεται Gr.Nyss.Beat.157.21.