Ἤθη πονηρὰ τὴν φύσιν διαστρέφει → Bonae indolis venena sunt mores mali → Verdorbne Sitten sind verderblich der Natur
Νάκλ. φρ. «αβγά ποσέ» — τηγανητά αβγά μάτια.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. poche(e), μτχ. του ρ. pocher (για μάτια) «μωλωπίζω»].