Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Σήστιος

From LSJ

Ἢ μὴ γάμει τὸ σύνολον ἢ γαμῶν κράτει → Aut caelebs vive aut dominus uxori tuae → Bleib ledig oder herrsche über deine Frau

Menander, Monostichoi, 215

Greek Monolingual

-ία, -ον, και ποιητ. τ. θηλ. Σηστιάς, -άδος, Α Σηστός
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πόλη Σηστό.

Russian (Dvoretsky)

Σήστιος: Σηστός сестский Dem., Plut.
II ὁ Plut. = лат. Sextius.