Δαίμων ἐμαυτῷ γέγονα γήμας πλουσίαν → Malus sum mihimet ipse Genius, ducta divite → Ich stürzt' mich selbst ins Unglück durch die reiche Frau
επίρρ. άβολος1. όχι άνετα, όχι αναπαυτικά2. απρόσφορα, ακατάλληλα3. αντίξοα, «ανάποδα».