δροσοσταλίδα

From LSJ

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source

Greek Monolingual

και δροσοσταλιά, η
1. σταγόνα δροσιάς
2. ανακούφιση, παρηγοριά.