ζυγότρυπα

From LSJ

ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing

Source

Greek Monolingual

η
η τρύπα στο μέσο του ζυγού, από την οποία περνούν τα ζυγόλουρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζυγός + τρύπα].