ημικοτύλη

From LSJ

ἀναπηδῶσιν πάντες ἐπ' ἔργον → everyone jumps up from bed to work, everyone jumps up to work

Source

Greek Monolingual

ἡμικοτύλη, ἡ (Α)
μισή κοτύλη, μέτρο χωρητικότητας υγρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + κοτύλη.