κτιστέον

From LSJ

Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan

Menander, Monostichoi, 70

Greek (Liddell-Scott)

κτιστέον: ῥηματ. ἐπίθετ., δεῖ κτίζειν, Θεόδ. Πρόδρ.