ἔξαψις σφοδρὰ μετὰ πολλῆς βίας πίπτουσα ἐπὶ γῆς → a violent flare-up falling on the ground with great force, thunder and lightning
(Α λαμπαδοδρομῶ, -έω) λαμπαδοδρόμοςπαίρνω μέρος σε λαμπαδηδρομία.