μεταγωγικό

From LSJ

Ξένῳ μάλιστα συμφέρει τὸ σωφρονεῖν → Bene se modeste gerere peregrinum decet → Den größten Nutzen bringt dem Gast Bescheidenheit

Menander, Monostichoi, 392

Greek Monolingual

το ουδ. ως ουσ. το μεταγωγικό
μεταφορικό μέσο, κυρίως του στρατού, όπως ζώο, όχημα, αεροσκάφος, πλοίο, το οποίο χρησιμοποιείται για στρατιωτικές μεταφορές.