μυοκύτταρο

From LSJ

Δόλιον γὰρ ἄνδρα φεῦγε παρ' ὅλον τὸν βίον → Dum vivis, insidiosos curriculo fuge → Den Hinterhältigen fliehe, dein ganzes Leben lang

Menander, Monostichoi, 131

Greek Monolingual

το
ανατ. το μυϊκό κύτταρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. myocyte (< μυς, μυός «όργανο του σώματος» + κύτταρο)].