νευρώνας

From LSJ

εἰς δὲ θεοὺς ἀσεβείας τε καὶ εὐσεβείας καὶ γονέας καὶ αὐτόχειρος φόνου μείζους ἔτι τοὺς μισθοὺς διηγεῖτο → and he had still greater requitals to tell of piety and impiety towards the gods and parents and of self-slaughter

Source

Greek Monolingual

ο
βιολ. διαφοροποιημένο νευρικό κύτταρο τών σπονδυλοζώων και τών ανώτερων ασπόνδυλων που αποτελείται από το κυτταρικό σώμα και τις αποφυάδες του, δηλ. τον νευράξονα και τους δενδρίτες, και το οποίο αποτελεί τη λειτουργική μονάδα του νευρικού συστήματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. neuron < νεῦρον + κατάλ. -ώνας].