πολεμονιώδη
From LSJ
κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
τα, Ν
βοτ. τάξη αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που περιλαμβάνει από 4.000 είδη ποωδών, θαμνωδών, δενδρωδών και ξυλωδών αναρριχητικών φυτών τα οποία κατανέμονται σε 8 οικογένειες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. polemoniales (< πολεμόνιο)].