Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σαπωνοποιία

From LSJ

Φεύγειν ἀεὶ δεῖ δεσπότας θυμουμένους → Fugiendus herus est semper ira percitus → Geh einem Herr, der zornig ist, stets aus dem Weg

Menander, Monostichoi, 534

Greek Monolingual

και σαπουνοποιία, η, Ν σαπωνοποιός / σαπουνοποιός
1. το σύνολο τών σαπωνοποιείων
2. η τέχνη και το επάγγελμα του σαπωνοποιού
3. εργοστάσιο παραγωγής σαπουνιών.