χολοταράζομαι

From LSJ

γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules

Source

Greek Monolingual

Ν
ταράζομαι από μεγάλο θυμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χόλος/χολή + ταράζομαι].