разбойничий

From LSJ

Ψευδὴς διαβολὴ τὸν βίον λυμαίνεται → Vitam dissociat mentiens calumnia → Verlogene Verleumdung bringt dem Leben Schmach

Menander, Monostichoi, 553

Russian > Greek

ἀργυροστερής, ληΐστωρ, λῃστρικός, λῃστικός