ἐπιμεριζόμενος

From LSJ

Βούλου γονεῖς πρώτιστον ἐν τιμαῖς ἔχειν → Tibi sunt parentes primo honorandi loco → Erweise deinen Eltern an erster Stelle Ehr

Menander, Monostichoi, 72

Russian (Dvoretsky)

ἐπιμεριζόμενος: грам. разделительный (ὄνομα).