σὺν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις → good things come with many pains | no pain, no gain
Ν(διαλ. τ.) πετυχαίνω, ευστοχώ («γιατί μ' έχουν λαβωμένο στην καρδιά πιτυχημένο», δημ. τραγούδι).[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτυγχάνω με σίγηση του αρκτικού άτονου -ε- (πρβλ. πετυχαίνω)].