κλονιστήρ: Difference between revisions
From LSJ
(20) |
(No difference)
|
Revision as of 06:39, 29 September 2017
Greek Monolingual
κλονιστήρ, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «παραμήριος μάχαιρα».
(20) |
(No difference)
|
κλονιστήρ, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «παραμήριος μάχαιρα».