3,270,341
edits
(6_19) |
(13) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπικρῐτής''': -οῦ, ὁ, ἐλεγκτής, «[[δοκιμαστής]]» (Σουΐδ.), χρώμενος ἐπικριτῇ τῶν λεγομένων καὶ συμβούλῳ τῷ Μασσανάσσῃ, διὰ τὴν τῶν τόπων ἐμπειρίαν Πολύβ. 14. 3, 7. | |lstext='''ἐπικρῐτής''': -οῦ, ὁ, ἐλεγκτής, «[[δοκιμαστής]]» (Σουΐδ.), χρώμενος ἐπικριτῇ τῶν λεγομένων καὶ συμβούλῳ τῷ Μασσανάσσῃ, διὰ τὴν τῶν τόπων ἐμπειρίαν Πολύβ. 14. 3, 7. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο (AM [[ἐπικριτής]]) [[επικρίνω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που επικρίνει («οι επικριτές της κυβερνήσεως»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αποφασίζει [[κάτι]] [[μετά]] από έλεγχο<br /><b>2.</b> (στην Αίγυπτο) ο [[υπάλληλος]] που διενεργεί την [[επίκριση]]. | |||
}} | }} |