κακισμός: Difference between revisions

18
(6_14)
(18)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κᾰκισμός''': ὁ, ([[κακίζω]]), τὸ κακίζειν, [[κατηγορία]], [[ὄνειδος]], Στράβ. 422.
|lstext='''κᾰκισμός''': ὁ, ([[κακίζω]]), τὸ κακίζειν, [[κατηγορία]], [[ὄνειδος]], Στράβ. 422.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[κακισμός]]) [[κακίζω]]<br />[[μομφή]], [[κατηγορία]], [[επίπληξη]].
}}
}}