μυκτηριασμός: Difference between revisions

From LSJ

Ῥῆμα παρὰ καιρὸν ῥηθὲν ἀνατρέπει βίον → Vitae lues vox missa non in tempore → Ein Wort zur Unzeit stülpt das ganze Leben um

Menander, Monostichoi, 466
(6_14)
 
(26)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''μυκτηριασμός''': ὁ, = [[μυκτηρισμός]], μεταγεν.
|lstext='''μυκτηριασμός''': ὁ, = [[μυκτηρισμός]], μεταγεν.
}}
{{grml
|mltxt=[[μυκτηριασμός]], ὁ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[μυκτηρισμός]].
}}
}}

Revision as of 11:58, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

μυκτηριασμός: ὁ, = μυκτηρισμός, μεταγεν.

Greek Monolingual

μυκτηριασμός, ὁ (Α)
βλ. μυκτηρισμός.