πνῖξις: Difference between revisions

33
(eksahir)
(33)
Line 18: Line 18:
{{eles
{{eles
|esgtx=[[ahogamiento]]
|esgtx=[[ahogamiento]]
}}
{{grml
|mltxt=-ίξεως, ἡ, Α [[πνίγω]]<br /><b>1.</b> [[θανάτωση]] με [[ασφυξία]], [[πνίξιμο]] («τῆς μαράνσεως ἡ διὰ τὸ μὴ ψύχεσθαι φθορὰ καλεῑται πνῑξις», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> [[παρασκευή]] φαγητού σε αεροστεγές [[δοχείο]].
}}
}}