περιαλλάσσω: Difference between revisions

From LSJ

ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat

Source
(6_14)
 
(32)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιαλλάσσω''': μεταβάλω ὁλόγυρα, δηλ. ὁλοσχερῶς, Ἰω. Χρυσ. τ. 1, σ. 783Α.
|lstext='''περιαλλάσσω''': μεταβάλω ὁλόγυρα, δηλ. ὁλοσχερῶς, Ἰω. Χρυσ. τ. 1, σ. 783Α.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br />[[μεταβάλλω]] ολοσχερώς, [[αλλοιώνω]] («τοῡτο τὸ [[ἔθος]] κατέλυσε, καὶ περιήλλαξεν αὐτό», Ιωάνν. Χρυσ.).
}}
}}

Revision as of 12:05, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

περιαλλάσσω: μεταβάλω ὁλόγυρα, δηλ. ὁλοσχερῶς, Ἰω. Χρυσ. τ. 1, σ. 783Α.

Greek Monolingual

Α
μεταβάλλω ολοσχερώς, αλλοιώνω («τοῡτο τὸ ἔθος κατέλυσε, καὶ περιήλλαξεν αὐτό», Ιωάνν. Χρυσ.).