οκταπτέρυγος: Difference between revisions

From LSJ

τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies

Source
(28)
(No difference)

Revision as of 12:08, 29 September 2017

Greek Monolingual

ὀκταπτέρυγος, -ον (Α)
αυτός που έχει οκτώ πτέρυγες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + -πτέρυγος (< πτέρυξ, -υγος), πρβλ. εξα-πτέρυγος].