προστομιαίο: Difference between revisions

From LSJ

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259
(35)
(No difference)

Revision as of 12:23, 29 September 2017

Greek Monolingual

το / προστομιαῑον, ΝΑ προστόμιον
νεοελλ.
αρχιτ. το τοξοειδές τμήμα μιας θολωτής αρχιτεκτονικής κατασκευής το οποίο δημιουργείται με θολολίθους τραπεζοειδούς σχήματος ή με οπλισμένο σκυρόδεμα
αρχ.
το μετά την βόρεια στοά του Ερεχθείου πρώτο ορθογώνιο επίμηκες διαμέρισμα.