πτώσσω: Difference between revisions

1,244 bytes added ,  29 September 2017
35
(SL_2)
(35)
Line 24: Line 24:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[πτώσσω]] (cf. πτάσσω.) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[skulk]] κατὰ λαύρας δ' ἐχθρῶν ἀπάοροι πτώσσοντι sc. those [[who]] [[have]] been defeated in the games (P. 8.87)
|sltr=[[πτώσσω]] (cf. πτάσσω.) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[skulk]] κατὰ λαύρας δ' ἐχθρῶν ἀπάοροι πτώσσοντι sc. those [[who]] [[have]] been defeated in the games (P. 8.87)
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> (για ζώα και πτηνά) [[ζαρώνω]], μαζεύομαι από φόβο («πτώσσουσαν [[ὥστε]] [[πέρδικα]]», <b>Αρχίλ.</b>)<br /><b>2.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[φοβάμαι]], κρύβομαι ή [[δραπετεύω]] από φόβο (α. «[[ὤμοι]], Τυδέος υἱέ... τί πτώσσεις;» <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «πτώσσειν ὑπ' ἀσπίδος», Τυρτ.)<br /><b>3.</b> [[φοβάμαι]] κάποιον ή [[κάτι]] (α. «ἀλλήλους πτώσσοιμεν», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «πτώσσειν [[δόρυ]]», Κόιντ.)<br /><b>4.</b> τριγυρνάω [[δειλά]], μαζεμένος σαν [[ζητιάνος]] («οὐκ ἐθελήσει [[ἔργον]] ἐποίχεσθαι, ἀλλὰ πτώσσων κατὰ δῆμον βούλεται αἰτίζων», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το ρ. [[πτώσσω]] (<span style="color: red;"><</span> <i>πτω</i>-<i>κ</i>-<i>jω</i>) έχει σχηματιστεί από θ. <i>πτω</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[πτήσσω]]) με ουρανικό [[ένθημα]] -<i>κ</i>-].
}}
}}