σταθμός: Difference between revisions

16,667 bytes added ,  29 September 2017
38
(SL_2)
(38)
Line 24: Line 24:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[σταθμός]] (-όν; -ούς, -ῶν.) s. &amp; pl., <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[dwelling]] ἵκων δ' Οἰνομάου καὶ Πέλοπος παῤ εὐηράτων σταθμῶν (O. 5.10) [[ὅταν]] [[εἰς]] Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται (O. 10.92) αἰπεινῶν ἀπὸ σταθμῶν (P. 4.76) ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς [[ἐλθεῖν]] μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν [[Ζηνός]] (I. 7.45) πάνδοξον Αἰολάδα σταθμὸν υἱοῦ τε Παγώνδα ὑμνήσω Παρθ. 2. . ]ες σταθμοῦ[ P. Oxy. 2445, fr. 5.
|sltr=[[σταθμός]] (-όν; -ούς, -ῶν.) s. &amp; pl., <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[dwelling]] ἵκων δ' Οἰνομάου καὶ Πέλοπος παῤ εὐηράτων σταθμῶν (O. 5.10) [[ὅταν]] [[εἰς]] Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται (O. 10.92) αἰπεινῶν ἀπὸ σταθμῶν (P. 4.76) ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς [[ἐλθεῖν]] μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν [[Ζηνός]] (I. 7.45) πάνδοξον Αἰολάδα σταθμὸν υἱοῦ τε Παγώνδα ὑμνήσω Παρθ. 2. . ]ες σταθμοῦ[ P. Oxy. 2445, fr. 5.
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br />[[τόπος]] στάθμευσης<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ορισμένο [[μέρος]] όπου σταθμεύουν διερχόμενα οχήματα για να αποβιβάσουν ή να παραλάβουν επιβάτες ή εμπορεύματα (α. «[[σταθμός]] λεωφορείων» — στεγασμένος, [[συνήθως]], [[χώρος]] άφιξης και αναχώρησης λεωφορείων, [[μέσα]] στον οποίο γίνεται η [[αποβίβαση]] και [[επιβίβαση]] επιβατών [[καθώς]] και η [[φόρτωση]] και [[εκφόρτωση]] τών αποσκευών τους<br />β. «[[σιδηροδρομικός]] [[σταθμός]]» — [[συγκρότημα]] κτηρίων και εγκαταστάσεων [[δίπλα]] σε σιδηροδρομική [[γραμμή]] στο οποίο σταθμεύουν οι αμαξοστοιχίες για την [[επιβίβαση]] και [[αποβίβαση]] επιβατών και τη [[φόρτωση]] και [[εκφόρτωση]] εμπορευμάτων)<br /><b>2.</b> [[κτήριο]] όπου υπάρχουν εγκαταστάσεις υπηρεσίας ή οργανισμού (α. «[[σταθμός]] της ΔΕΗ» β. «[[σταθμός]] της Δασικής Υπηρεσίας»)<br /><b>3.</b> αξιοσημείωτο [[γεγονός]], [[χρονικό]] [[ορόσημο]] («το Πολυτεχνείο και ο [[αγώνας]] του υπήρξε [[σταθμός]] στη νεώτερη [[ιστορία]] μας»)<br /><b>4.</b> <b>βιολ.</b> α) η [[ακριβής]] [[θέση]] ενός οργανισμού ή ενός είδους σε έναν βιότοπο<br />β) [[τοποθεσία]] στη [[θάλασσα]] ή στην [[ξηρά]] όπου έγιναν παρατηρήσεις, μετρήσεις ή [[συλλογή]] στοιχείων και οργανισμών<br />γ) καθορισμένη [[περιοχή]] με ομοιόμορφες συνθήκες φυσικού περιβάλλοντος και βλάστησης<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «σταθμοί αυτόματης μετάδοσης εικόνων»<br /><b>(μετεωρ.)</b> [[δίκτυο]] πολλών εκατοντάδων εγκαταστάσεων οι οποίες λαμβάνουν και καταγράφουν τα δεδομένα για την [[πρόγνωση]] του καιρού που εκπέμπονται από τους μετεωρολογικούς δορυφόρους και [[είναι]] τοποθετημένες στις περισσότερες χώρες του κόσμου<br />β) «[[βλητικός]] [[σταθμός]]»<br /><b>ναυτ.</b> [[περιοχή]] στην [[ξηρά]] ή στη [[θάλασσα]] η οποία χρησιμοποιείται για τη [[μέτρηση]] της αρχικής και της παραμένουσας ταχύτητας τών βλημάτων τών πυροβόλων<br />γ) «[[σταθμός]] διαταγών»<br /><b>ναυτ.</b> [[θάλαμος]] πολεμικού πλοίου, ο [[οποίος]] βρίσκεται [[χαμηλά]] και σε προστατευμένη [[θέση]] και στον οποίο συγκεντρώνονται τα στοιχεία τών αποστάσεων και διοπτεύσεων του στόχου, όπως αυτά προσδιορίζονται με σκοπεύσεις ή με [[ραντάρ]]<br />δ) «[[ηλεκτρικός]] [[σταθμός]]»<br /><b>τεχνολ.</b> [[σύνολο]] εγκαταστάσεων με τις οποίες μια [[μορφή]] ενέργειας μετατρέπεται σε ηλεκτρική [[ενέργεια]] για την [[εξυπηρέτηση]] τών τοπικών ή ευρύτερων ενεργειακών αναγκών μιας περιοχής ή μιας ολόκληρης χώρας<br />ε) «[[ραδιοφωνικός]] [[σταθμός]]»<br /><b>(ραδιοηλ.)</b> το [[σύνολο]] τών εγκαταστάσεων και μηχανημάτων, [[καθώς]] και του προσωπικού που διασφαλίζει τη [[μετάδοση]] ραδιοφωνικών εκπομπών, αλλ. [[ραδιοσταθμός]]<br />στ) «[[τηλεοπτικός]] [[σταθμός]]»<br /><b>(ραδιοηλ.)</b> το [[σύνολο]] τών εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και του προσωπικού με τη [[συνδρομή]] τών οποίων πραγματοποιείται η [[μετάδοση]] τηλεοπτικών προγραμμάτων<br />ζ) «τερματικοί σταθμοί»<br /><b>τεχνολ.</b> σταθμοί [[πέραν]] τών οποίων δεν συνεχίζεται η [[πορεία]] τών αμαξοστοιχιών<br />η) «σταθμοί αφετηρίας»<br /><b>τεχνολ.</b> [[άλλη]] [[ονομασία]] για τους τερματικούς σταθμούς<br />θ) «σταθμοί διελεύσεως»<br /><b>τεχνολ.</b> σταθμοί τους οποίους διασχίζουν οι αμαξοστοιχίες και συνεχίζουν την [[πορεία]] τους<br />ι) «σταθμοί διαλογής»<br /><b>τεχνολ.</b> σταθμοί που υποδέχονται εμπορικές αμαξοστοιχίες από πολλές κατευθύνσεις για [[διάλυση]] τών συρμών και [[ανασύνθεση]] νέων αμαξοστοιχιών [[προς]] άλλους σταθμούς<br />ια) «[[αστυνομικός]] [[σταθμός]]» — αστυνομική [[υπηρεσία]] μικρής περιφέρειας [[καθώς]] και το [[οίκημα]] στο οποίο στεγάζεται<br />ιβ) «[[σταθμός]] παρατηρήσεων»<br />i) <b>(γεωδ.)</b> γεωδαιτική [[στάση]], στην οποία εκτελούνται παρατηρήσεις υψίστης ακριβείας<br />ii) <b>στρ.</b> το [[σημείο]] του εδάφους σε [[πεδίο]] μάχης το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις από τον ίδιο τον ηγήτορα<br />ιγ) «[[ατομικός]] [[σταθμός]]» ή «[[πυρηνικός]] [[σταθμός]]» — [[συγκρότημα]] που περιλαμβάνει αντιδραστήρα, ατμοστροβίλους, εναλλακτήρες και εγκαταστάσεις μετασχηματιστών, λειτουργεί με πυρηνικά [[καύσιμα]] και παράγει ηλεκτρική [[ενέργεια]]<br />ιδ) «[[θερμικός]] [[σταθμός]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> [[σταθμός]] όπου η ηλεκτρική [[ενέργεια]] παράγεται από τη θερμική [[ενέργεια]] καύσης στερεών, υγρών ή αέριων καυσίμων<br />ιε) «[[υδροηλεκτρικός]] [[σταθμός]]» — [[συγκρότημα]] έργων και εγκαταστάσεων όπου η [[δυναμική]] [[ενέργεια]] του νερού μετατρέπεται σε κινητική με την [[παρεμβολή]] υδροστροβίλων σε [[υδατόπτωση]] και, [[τέλος]], σε ηλεκτρική στους ακροδέκτες γεννητριών<br />ιστ) «ηλιοθερμικός [[σταθμός]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> [[σταθμός]] παραγωγής όπου ο [[ατμός]] που [[είναι]] [[αναγκαίος]] για την [[κίνηση]] του ζεύγους [[στρόβιλος]]-[[γεννήτρια]] προέρχεται από ηλιακή [[θέρμανση]] νερού με τη [[βοήθεια]] ειδικών κατόπτρων<br />ιζ) «[[γεωθερμικός]] [[σταθμός]]» — [[σταθμός]] όπου ο [[ατμός]] παρέχεται από το εσωτερικό του γήινου φλοιού<br />ιη) «[[αιολικός]] [[σταθμός]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> [[σταθμός]] όπου το [[ζεύγος]] [[στρόβιλος]]-[[γεννήτρια]] στρέφεται μέσω ειδικών φτερωτών με τη [[βοήθεια]] του ανέμου<br />ιθ) «[[παλιρροϊκός]] [[σταθμός]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> [[σταθμός]] όπου χρησιμοποιείται η ισχυρή παλιρροϊκή [[κίνηση]] για τη [[μετατροπή]] της κινητικής ενέργειας του νερού σε ηλεκτρική<br />κ) «[[σταθμός]] βάσης»<br /><b>τεχνολ.</b> [[σταθμός]] παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε συνεχή [[λειτουργία]]<br />κα) «[[σταθμός]] αιχμής»<br /><b>τεχνολ.</b> [[σταθμός]] που λειτουργεί μόνο σε ώρες ή εποχές αυξημένης ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας<br />κβ) «[[σταθμός]] ασυρμάτου»<br /><b>(επικοιν.)</b> ραδιοηλεκτρική [[εγκατάσταση]] για τηλεπικοινωνιακές ανάγκες<br />κγ) «αναμεταβιβαστικός [[σταθμός]]»<br /><b>(επικοιν.)</b> [[σταθμός]] ασυρμάτου που λαμβάνει από ορισμένη [[κατεύθυνση]] την εξασθενημένη [[ακτινοβολία]] μακρινού πομπού και επαναπέμπει [[προς]] [[άλλη]] [[κατεύθυνση]] ενισχυμένη [[ακτινοβολία]] για την [[εξασφάλιση]] ραδιοηλεκτρικής ζεύξης<br />κδ) «[[ανεπίβλεπτος]] [[σταθμός]]» <b>(επικοιν.)</b> αναμεταβιβαστικός [[σταθμός]] ασυρμάτου με τις απαραίτητες διατάξεις και τα αναγκαία όργανα ώστε να λειτουργεί με την [[επέμβαση]] του προσωπικού επίβλεψης από [[απόσταση]]<br />κε) «[[κινητός]] [[σταθμός]]»<br /><b>(επικοιν.)</b> [[ραδιοηλεκτρικός]] [[σταθμός]] εγκατεστημένος σε [[αεροπλάνο]] ή [[πλοίο]]<br />κστ) «[[σταθμός]] αναχορηγίας»<br /><b>στρ.</b> η [[θέση]] όπου συγκεντρώνονται [[κατά]] τη [[μάχη]] τα [[πυρομαχικά]] τα οποία στέλνονται από το [[κέντρο]] ανεφοδιασμού για να κατανεμηθούν στις μονάδες που βρίσκονται στις γραμμές μάχης<br />κζ) «[[σταθμός]] ανταπόκρισης»<br /><b>στρ.</b> [[σημείο]] τοποθέτησης ομάδας αγγελιαφόρων για τη [[διαβίβαση]] διαταγών ή αναφορών τις οποίες φέρνουν άλλοι αγγελιαφόροι<br />κη) «[[σταθμός]] διαβιβάσεων»<br /><b>στρ.</b> το [[σύνολο]] του προσωπικού και τών μηχανημάτων για την [[αποστολή]] και [[λήψη]] τηλεγραφημάτων<br />κθ) «[[σταθμός]] διοίκησης»<br /><b>στρ.</b> η [[θέση]] όπου [[είναι]] εγκατεστημένη η [[διοίκηση]] μιας μονάδας στη [[διάρκεια]] τών επιχειρήσεων<br />λ) «[[σταθμός]] επίδεσης»<br /><b>στρ.</b> η [[θέση]] όπου παραμένει ο [[γιατρός]] της μονάδας και όπου συγκεντρώνονται οι τραυματίες της μάχης<br /><b>μσν.</b><br />συνολικό [[ποσό]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[οίκημα]] για [[στάθμευση]] και [[κατάλυμα]] οδοιπόρων και στρατιωτών («[[πλησίον]] ἦν σταθμὸς [[ἔνθα]] ἔμελλε καταλύειν», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> [[στάβλος]], [[μάντρα]], [[στάνη]] («ἁρπάζοντε [[βόας]] καὶ ἴφια μῆλα, σταθμοὺς ἀνθρώπων κεραΐζετον», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>3.</b> [[φωλιά]] άγριου ζώου ή πουλιού (α. «εἴθισται δ' ἄγειν τοὺς νεβροὺς ἐπὶ τοὺς σταθμούς», <b>Αριστοτ.</b><br />β. «ἄσμινος δὲ τἂν σταθμοῑς ἐν οἰκείοισι κάμψειε [[γόνυ]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>4.</b> [[κατοικία]], [[ενδιαίτημα]] ανθρώπων (α. «Οἰνομάου καὶ Πέλοπος ἀπ' εὐκράτων σταθμῶν», <b>Πίνδ.</b><br />β. «σταθμοὶ περιμήκεες ἀγροιώταις», <b>Θεόκρ.</b>)<br /><b>5.</b> [[λιμάνι]] ανεφοδιασμού και επισκευής πλοίων<br /><b>6.</b> [[πορεία]] μιας ημέρας που ισοδυναμούσε με 180 στάδια ή 5 παρασάγγες, [[δηλαδή]] 27-32 χιλιόμετρα («ἐντεῡθεν ἐξελαύνει σταθμοὺς δύο, παρασάγγας [[δέκα]] εἰς Πέλτας», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>7.</b> όρθιος [[στύλος]] και [[κυρίως]] αυτός που υποβαστάζει τη [[στέγη]] («στῆ ῥα παρὰ σταθμὸν [[τέγεος]] [[πύκα]] ποιητοῑο», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>8.</b> ο [[παραστάτης]] της θύρας («ὧς εἰπών σταθμοῑο παρὰ κληΐδα λιάσθη», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>9.</b> το [[κατώφλι]] της θύρας<br /><b>10.</b> ο [[ζυγός]], η [[ζυγαριά]]<br /><b>11.</b> [[μονάδα]] βάρους<br /><b>12.</b> [[μέσος]] όρος<br /><b>13.</b> <b>φρ.</b> «σταθμοί βασιλήιοι» — οικήματα κτισμένα [[κατά]] [[μήκος]] της βασιλικής οδού στα οποία κατέλυε ο [[βασιλιάς]] τών Περσών όταν ταξίδευε (<b>Ηρόδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] <i>στᾰ</i> του [[ἵστημι]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>θμός</i> (<b>πρβλ.</b> <i>αρι</i>-<i>θμός</i>, <i>πορ</i>-<i>θμός</i>, <i>ρυ</i>-<i>θμός</i>). Η λ. [[σταθμός]] στην αρχ. χρησιμοποιείται με [[τρεις]] βασικές σημ.: α) με τη σημ. «[[ζυγός]], [[ζυγαριά]]» (<b>πρβλ.</b> [[σταθμά]], [[σταθμικός]], [[σταθμίζω]]) και, σύμφωνα με αυτήν τη σημ., θα μπορούσε να θεωρηθεί συνώνυμο του [[στάθμη]]<br />β) με τη σημ. «όρθιος [[στύλος]], [[κολόνα]], [[παραστάτης]] της θύρας» (<b>πρβλ.</b> [[σταθμόνες]])<br />και γ) με τη σημ. «[[τόπος]] για να σταθμεύσει [[κανείς]], [[στάβλος]], [[φωλιά]], [[κατοικία]]» (<b>πρβλ.</b> [[σταθμεύω]]). Η [[ποικιλία]] σημασιών της λ. [[σταθμός]] μαρτυρείται ήδη από τη Μυκηναϊκή στον τ. <i>tatomo</i> (που αντιστοιχεί πιθανότατα στη λ. [[σταθμός]]) με σημ. «[[στάβλος]], [[μάντρα]] για ζώα, [[παραστάτης]] της θύρας», [[αλλά]] και «[[ζυγός]], [[ζυγαριά]]». Η [[ποικιλία]], [[τέλος]], τών σημ. απαντά και στα συνθ. σε -<i>σταθμος</i>, από τα οποία άλλα έχουν την σημ. τών [[σταθμίζω]], [[ζυγίζω]] (<b>πρβλ.</b> <i>ισό</i>-<i>σταθμος</i>, [[αντί]]-<i>σταθμος</i>, <i>σύ</i>-<i>σταθμος</i>) και άλλα του <i>εγκαθίσταμαι</i>, [[διαμένω]], [[σταθμεύω]] (<b>πρβλ.</b> <i>επί</i>-<i>σταθμος</i>, <i>βού</i>-<i>σταθμος</i>, <i>ναύ</i>-<i>σταθμος</i>)].
}}
}}