συμπονετικός: Difference between revisions

From LSJ

αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασιautomatically do the noble go to the feasts of the noble

Source
(39)
(No difference)

Revision as of 12:33, 29 September 2017

Greek Monolingual

-ή, -ό, θηλ. -ιά, Ν συμπονώ
αυτός που δείχνει συμπόνια, αυτός που συμμετέχει στον πόνο του άλλου, ευσπλαχνικός.