ταβουλάριος: Difference between revisions

From LSJ

Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt

Menander, Monostichoi, 366
(6_15)
 
(40)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ταβουλάριος''': ὁ, Λατ. tabularius, [[γραμματοφύλαξ]], Εὐσ. ΙΙ. 1492, Νεῖλ. 312C, κλπ.
|lstext='''ταβουλάριος''': ὁ, Λατ. tabularius, [[γραμματοφύλαξ]], Εὐσ. ΙΙ. 1492, Νεῖλ. 312C, κλπ.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />[[αρχειοφύλακας]] της κεντρικής και περιφερειακής διοίκησης του Βυζαντίου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>tabularius</i> «γραμματοφύλακας» (<b>πρβλ.</b> [[ταβλάριος]])].
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

ταβουλάριος: ὁ, Λατ. tabularius, γραμματοφύλαξ, Εὐσ. ΙΙ. 1492, Νεῖλ. 312C, κλπ.

Greek Monolingual

ὁ, Α
αρχειοφύλακας της κεντρικής και περιφερειακής διοίκησης του Βυζαντίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. tabularius «γραμματοφύλακας» (πρβλ. ταβλάριος)].