καταχθόνιος: Difference between revisions

5
(20)
(5)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (AM [[καταχθόνιος]], -ον)<br />αυτός που ζει ή υπάρχει [[κάτω]] από τη γη, [[υπόγειος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> αυτός που ενεργεί [[κρυφά]] για να επιτύχει [[κάτι]], [[σκοτεινός]], [[κακόβουλος]], ύπουλος, [[ραδιούργος]] («[[καταχθόνιος]] [[άνθρωπος]]»)<br /><b>2.</b> [[βλαπτικός]], [[επιζήμιος]], [[καταστρεπτικός]]<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>οι καταχθόνιοι</i><br />(στην Επτάνησο την [[εποχή]] της αγγλοκρατίας) αυτοί που ανήκαν στο [[κόμμα]] τών αγγλοφίλων, σε αντιδ. με τους φιλελευθέρους, που αγωνίζονταν [[υπέρ]] της ενώσεως της Επτανήσου με την [[Ελλάδα]]<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα καταχθόνια</i><br />τα [[έγκατα]] της γης<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[καταχθόνιος]]<br />ο [[βρικόλακας]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ καταχθόνια</i><br />ο [[κάτω]] [[κόσμος]], ο Αδης<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>οἱ καταχθόνιοι</i><br />οι νεκροί<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[Ζεὺς]] [[καταχθόνιος]]» — ο [[Πλούτων]]<br />β) «καταχθόνιοι θεοί» — ο [[Πλούτων]], η Εκάτη, η [[Δήμητρα]], η [[Περσεφόνη]], οι Ερινύες κ.ά. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>καταχθόνια</i> και <i>καταχθονίως</i><br />με καταχθόνιο τρόπο, ύπουλα, δόλια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> «Σύνθ. εκ συναρπαγής» από τη φρ. <i>κατὰ χθονός</i>].
|mltxt=-α, -ο (AM [[καταχθόνιος]], -ον)<br />αυτός που ζει ή υπάρχει [[κάτω]] από τη γη, [[υπόγειος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> αυτός που ενεργεί [[κρυφά]] για να επιτύχει [[κάτι]], [[σκοτεινός]], [[κακόβουλος]], ύπουλος, [[ραδιούργος]] («[[καταχθόνιος]] [[άνθρωπος]]»)<br /><b>2.</b> [[βλαπτικός]], [[επιζήμιος]], [[καταστρεπτικός]]<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>οι καταχθόνιοι</i><br />(στην Επτάνησο την [[εποχή]] της αγγλοκρατίας) αυτοί που ανήκαν στο [[κόμμα]] τών αγγλοφίλων, σε αντιδ. με τους φιλελευθέρους, που αγωνίζονταν [[υπέρ]] της ενώσεως της Επτανήσου με την [[Ελλάδα]]<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα καταχθόνια</i><br />τα [[έγκατα]] της γης<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[καταχθόνιος]]<br />ο [[βρικόλακας]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ καταχθόνια</i><br />ο [[κάτω]] [[κόσμος]], ο Αδης<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>οἱ καταχθόνιοι</i><br />οι νεκροί<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[Ζεὺς]] [[καταχθόνιος]]» — ο [[Πλούτων]]<br />β) «καταχθόνιοι θεοί» — ο [[Πλούτων]], η Εκάτη, η [[Δήμητρα]], η [[Περσεφόνη]], οι Ερινύες κ.ά. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>καταχθόνια</i> και <i>καταχθονίως</i><br />με καταχθόνιο τρόπο, ύπουλα, δόλια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> «Σύνθ. εκ συναρπαγής» από τη φρ. <i>κατὰ χθονός</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''καταχθόνιος:''' -ον, [[υπόγειος]], [[Ζεὺς]] [[καταχθόνιος]], δηλ. ο Πλούτωνας, σε Ομήρ. Ιλ.· <i>δαίμονες κ</i>., Λατ. Dii [[Manes]], σε Ανθ.
}}
}}