νεοπρεπής: Difference between revisions

5
(26)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νεοπρεπής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που αρμόζει σε νεαρά άτομα, ο [[νεανικός]] («μή πῃ πρεσβύτας ὑμᾱς ὄντάς νεοπρεπὴς ὢν ὁ [[λόγος]] παραπείσῃ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που έχει [[φρόνημα]] νεανικό, [[ελευθέριος]], [[υπερβολικός]]<br /><b>3.</b> [[νεωτεριστικός]], [[μοντέρνος]] («κατασκευὰς οἰκοδομημάτων νεοπρεπεῑς», <b>Πλούτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νε</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>πρεπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πρέπω]]), <b>πρβλ.</b> <i>μεγαλο</i>-<i>πρεπής</i>].
|mltxt=[[νεοπρεπής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που αρμόζει σε νεαρά άτομα, ο [[νεανικός]] («μή πῃ πρεσβύτας ὑμᾱς ὄντάς νεοπρεπὴς ὢν ὁ [[λόγος]] παραπείσῃ», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που έχει [[φρόνημα]] νεανικό, [[ελευθέριος]], [[υπερβολικός]]<br /><b>3.</b> [[νεωτεριστικός]], [[μοντέρνος]] («κατασκευὰς οἰκοδομημάτων νεοπρεπεῑς», <b>Πλούτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>νε</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>πρεπής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πρέπω]]), <b>πρβλ.</b> <i>μεγαλο</i>-<i>πρεπής</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''νεοπρεπής:''' -ές ([[πρέπω]]), αυτός που αρμόζει σε νέους, [[νεανικός]]· επίσης, [[ελευθέριος]], σε Πλούτ.
}}
}}