ἐκπρορέω: Difference between revisions

4
(11)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐκπρορέω]] (Α)<br />(για [[πηγή]]) [[αναβλύζω]] από το εσωτερικό.
|mltxt=[[ἐκπρορέω]] (Α)<br />(για [[πηγή]]) [[αναβλύζω]] από το εσωτερικό.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐκπρορέω:''' μέλ. <i>-ρεύσομαι</i>, [[απορρέω]], [[πηγάζω]], [[αναβλύζω]], ξεχύνομαι, σε Ανθ.
}}
}}